Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ  

Το '21 «τροφός» της ελληνικής λογοτεχνίας
Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής
Τιμώντας την επέτειο της Επανάστασης του '21, επιχειρούμε μια συνοπτική αναφορά στην τροφοδοτική επίδραση που άσκησε στις ιδέες και στο έργο κορυφαίων Ελλήνων και φιλελλήνων Ευρωπαίων δημιουργών.
Στα «μνημεία» που της έστησε κυρίως η λογοτεχνία, ξένη και ελληνική, η έντεχνη και η λαϊκή.
Προπάντων, η μακραίωνη και πανώρια ελληνική δημοτική ποίηση. Από αυτήν αρχίζουμε.
«Τ' αηδόνια της Ανατολής και τα πουλιά της Δύσης
κλαίγουν αργά, κλαίγουν ταχιά, κλαίγουν το μεσημέρι,
κλαίγουν την Αντριανόπολη την πολυκρουσεμένη,
οπού τήνε κρουσέψανε τις τρεις γιορτές του χρόνου (...)».

Ο λαός με τη δημοτική του ποίηση ιστόρησε την άλωση της Πόλης και όλου του Βυζαντίου. Τη μάταιη ικεσία του να βοηθήσει η Φραγκιά, για να σωθούν τα κειμήλια της Αγιά - Σοφιάς. Την οδύνη του για τη σκλαβιά, παντού, των Ελλήνων.
«Κλαίγουν οι μαύροι τη σκλαβιά, οπού είναι σκλαβωμένοι,
κλαίγουν και τον ξεχωρισμό, το πώς θα ξεχωρίσουν.
Ο ζωντανός ο χωρισμός παρηγοριά δεν έχει!
Αφήνει η μάννα το παιδί και το παιδί τη μάννα,
χωρίζει κ' ένα αντρόγυνο, μια μέρα ανταμωμένο (...)».

Φώτος Τζαβέλας, ξυλογραφία της Βάσως Κατράκη
Ο λαός ονομάτισε και τους κατακτητές και τους ήρωες κάθε τόπου. Χαρακτηριστικό ανάμεσα σε άπειρα άλλα το δημοτικό τραγούδι για την πρώτη εκστρατεία του Αλή Πασά στο Σούλι (1792):
«Τρία μπαϊράκια φαίνονται ποκάτω από το Σούλι./ Τό 'να 'ναι του Μουχτρά πασά, τ' άλλο του Σελιχτάρη,/ το τρίτο το καλύτερο είναι του Μιτσομπόνου./ Μια παπαδιά τ' αγνάντεψε ν' από ψηλή ραχούλα./ "Πού 'στε του Λάμπρου τα παιδιά, πού 'στε νοι Μποτσαραίοι;/ Αρβανιτιά μας πλάκωσε, θέλει να μας σκλαβώση".(...) Κι ο Κουτσονίκας φώναξεν από το μετερίζι:/ "Παιδιά, σταθήτε στέρεα, σταθήτε αντρειωμένα,/ γιατ' έρχεται ο Μουχτρά πασάς με δώδεκα χιλιάδες"./ Ο πόλεμος αρχίνισε κι ανάψαν τα τουφέκια.(...)».

Κορυφαίοι διανοητές, ιστορικοί, πεζογράφοι, δραματουργοί, ποιητές, ύμνησαν τον αρχαίο πολιτισμό της Ελλάδας και τον απελευθερωτικό αγώνα του λαού της.

Τι μπορεί να συγκριθεί με τραγούδια 
  • σαν της «Δέσπως» (1803), που 
«Δαυλί στο χέρι νάρπαξε, κόρες και νύφες κράζει/. "Σκλάβες Τουρκών μη ζήσωμε, παιδιά μ' μαζί μου ελάτε". Και τα φισέκια ανάψανε, κι όλοι φωτιά γενήκαν».
  •  σαν του Διάκου, που πεθαίνοντας κραύγαζε στους δημίους του 
«Σκυλιά, κι α με σουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη./ Ας είν' ο Οδυσσεύς καλά κι ο καπετάν Νικήτας,/ που θα σας σβύσουν την Τουρκιά κι όλο σας το ντοβλέτι».
  • Πώς να 'βρεις ομορφιά ανάλογη του «Φύσα μαΐστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου,/ να πας τα χαιρετίσματα στου Δράμαλη τη μάνα», με ομιλητή κι ένα πουλί: «Πουλί, πώς πάει ο πόλεμος, το κλέφτικο ντουφέκι;/ - Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης,/ και παραπίσω οι Ελληνες με τα σπαθιά στα χέρια»;
  •  σαν του Βασίλη το τραγούδι, που στη συμβουλή της μάνας του να γίνει νοικοκύρης απαντά: «- Μάννα μου, εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,/ να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,/ και να 'μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους./ Φέρε μου τ' αλαφρό σπαθί και το βαρύ τουφέκι,/ να πεταχτώ σαν το πουλί ψηλά στα κορφοβούνια,/ να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγκους,/ να βρω λημέρια των κλεφτών, γιατάκια καπετάνων,/ και να σουρίξω κλέφτικα, να σμίξω τους συντρόφους,/ που πολεμούν με την Τουρκιά και με τους Αρβανίτες». 
  • σαν το «Έχετε γεια ψηλά βουνά και κάμποι με τα ρόδα,/ δροσιές με τα χαράματα, νύχτες με το φεγγάρι,/ κ' εσείς, μωρέ κλεφτόπουλα, που είσαστε παλληκάρια,/ δε σας τρομάζει ο πόλεμος, πηδάτε σαν λιοντάρια». 
  • σαν το «Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά κι ο ήλιος στα λαγκάδια/ έτσι λάμπει κι η κλεφτουριά, οι Κολοκοτρωναίοι(...)».
«Τέκνα» της Δημοτικής Ποίησης
Σουλιώτης αγωνιστής, σχέδιο του Achille Deveria, μαθητή του Delacroix

Αμύθητος,  αθάνατος θησαυρός, η Δημοτική Ποίηση για τη σκλαβιά και κλεφτουριά έθρεψε τις ιδέες του «Πρωτεργάτη - Εξάγγελου» της επανάστασης όλων των λαών κατά των κάθε λογής τυράννων Ρήγα Φεραίου, το σύνολο του έργου του και τον εθνεγερτήριο «Θούριό» του:
«Ως πότε, παλληκάρια, να ζούμεν στα στενά,/ μονάχοι, σαν λιοντάρια, στις ράχες, στα βουνά;/ (...) Κάλλιό 'ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,/ παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή!/ Τι σ' ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά; Στοχάσου πως σε ψένουν καθ' ώραν στη φωτιά./ (...)Πώς οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά,/ για την Ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά,/ έτζι κ' ημείς, αδέλφια, ν' αρπάξωμεν για μια/ τ' άρματα, και να βγούμεν απ' την πικρή σκλαβιά! Να σφάξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βατούν/ και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν,/ στεριάς και του πελάγου να λάμψει ο Σταυρός,/ κ' εις τη δικαιοσύνη να σκύψη ο εχθρός,/ ο κόσμος να γλυτώση απ' αύτην την πληγή/ κ' ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια, εις την Γη!».

Ο σκλαβωμένος, αγωνιστής και ποιητής λαός ενέπνευσε τον διωκόμενο στην Ευρώπη επαναστάτη ποιητή Ούγκο Φώσκολο.
Τις εθνεγερτήριες «Ωδές» του Ανδρέα Κάλβου: «Τρέξατε, αδέλφια, τρέξατε/ ψυχαί θερμαί γενναίαι/ εις τον βωμόν τριγύρω/ της πατρίδος αστράπτοντα/ τρέξατε πάντες./ Ας παύσωσ' οι διχόνοιαι/ που ρίχνουσι τα έθνη/ τυφλά, υπό τα σκληρότατα/ ονύχια των αγρώπνων/ δολίων τυράννων./ Τρέξατ' εδώ, συμφώνως/ τους χορούς ας συμπλέξωμεν,/ προσφέρων ο καθένας/ λαμπράν θυσίαν, πολύτιμος,/ εις την πατρίδα».
Ο ποιητής - αγωνιστής λαός ενέπνευσε τα ποιητικά θαύματα του Σολωμού, όπως οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», οι «Χαιρετισμοί», ο «Υμνος εις την Ελευθερίαν», η ελεγεία για το θάνατο του λόρδου Βύρωνα.
Η λαϊκή αυτή γερμανική γκραβούρα φανερώνει το ενδιαφέρον, που προκάλεσαν στην Ευρώπη τα γεγονότα της Μολδοβλαχίας

Το έργο των μεγάλων του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού - Βολταίρου, Ντιντερό, ντ' Αλαμπέρ, Μοντεσκιέ - Ρουσό, Ντυκλό, κ.ά. - οι ιδέες και το έργο του Ρήγα, αλλά και η γλώσσα και η ποίηση του σκλαβωμένου λαού «έθρεψαν» τους πρωτεργάτες του Ελληνικού Διαφωτισμού και δημοτικιστές, όπως ο Νικόλαος Σοφιανός, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο φωτισμένος πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Κύριλλος Λούκαρις, ο δάσκαλος στην Τεργέστη Κωνσταντίνος Κούμας. Τις ίδιες ιδέες υπηρέτησαν ο «Φιλικός» δραματουργός Γεώργιος Λασσάνης. Ο πρώτος Ελληνας επαγγελματίας ηθοποιός στο Βουκουρέστι, Κωνσταντίνος Αριστίας, που έπεσε πολεμώντας με τον «Ιερό Λόχο». Ο θεατράνθρωπος της Οδησσού Σπύρος Δρακούλης, που έπεσε πολεμώντας στο Δραγασάνι. 
Ο Δημητσανιώτης Π. Ανδρόνικος, που ζούσε στο Κίσνοβο της Ρωσίας και έγραψε το ποίημα: «Ω παιδιά μου/ ορφανά μου,/ σκορπισμένα εδώ κι εκεί,/ διωγμένα,/ υβρισμένα/ απ' τα έθνη πανοικί!/ Ξυπνήστε τέκνα/ κι ήλθεν η ώρα,/ ξυπνήστε όλα,/ τρέξατε τώρα/ κι ήλθεν ο Δείπνος ο Μυστικός!».
Αριστούλα ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου